Ειδήσεις

Published on March 26th, 2024 | by paggaiorama

0

Τι είναι η παρενιαυτοφορία της ελιάς;

Με τον όρο παρενιαυτοφορία περιγράφεται το φαινόμενο της αυξομείωσης της παραγωγής του ελαιοδένδρου, χρονιά παρά χρονιά, χωρίς την επίδραση παθολογικών ή κλιματολογικών παραγόντων.

Συνήθως, οι παραγωγοί χωρίς να γνωρίζουν περιγράφουν αυτό το φαινόμενο ως «κακή χρονιά» ή «χρονιά ακαρπίας».

Για να μπορέσουμε όμως να κατανοήσουμε καλύτερα το φαινόμενο αυτό θα πρέπει να γνωρίζουμε καλά τον τρόπο καρποφορίας της ελιάς.

Η ελιά φέρει τους καρπούς στα πλάγια των βλαστών που δημιουργήθηκαν την προηγούμενη χρονιά. Αυτό σημαίνει ότι το δέντρο θα πρέπει κάθε χρόνο να αναπτύσσει βλάστηση ικανή να δώσει άνθη και καρπούς την επόμενη χρονιά.

Όταν o αριθμός των καρπών στο δέντρο και ανά βλαστό είναι μεγάλος, τότε η βλάστηση τη χρονιά αυτή είναι πολύ μικρή ή ανύπαρκτη με αδυναμία καρποφορίας την επόμενη χρονιά.

Αν ο αριθμός των καρπών είναι μέτριος ή λιγοστός , τότε η βλάστηση θα είναι μεγαλύτερη με αποτέλεσμα να δώσει καρπούς την επόμενη χρονιά, πιθανόν μια μέτρια ή μεγάλη παραγωγή.

Επομένως η κυριότερη αιτία της παρενιαυτοφορίας στην ελιά είναι η ύπαρξη πολλών καρπών στα δένδρα τη μία χρονιά που ανταγωνίζονται με τη νέα βλάστηση.

Αποτέλεσμα αυτού είναι η μικρή βλάστηση και η αδυναμία σχηματισμού ανθοφόρων οφθαλμών που είναι αναγκαία προϋπόθεση της ανθοφορίας.

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΡΕΝΙΑΥΤΟΦΟΡΙΑ

Κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας και καρποφορίας υπάρχει έντονος ανταγωνισμός μεταξύ της νέας βλάστησης και των ανθέων/καρπών που προκαλεί μείωση της βλάστησης και εμποδίζει τη διαφοροποίηση ανθοφόρων οφθαλμών με αποτέλεσμα τη μείωση της επόμενης ανθοφορίας και την έναρξη του κύκλου της παρενιαυτοφορίας.

Ο ανταγωνισμός αυτός γίνεται στους υδατάνθρακες (σάκχαρα και άμυλο) και στα θρεπτικά στοιχεία, κυρίως το άζωτο (Ν) και το κάλιο (Κ), με αποτέλεσμα στο τέλος της χρονιάς τα διαθέσιμα αποθέματα να μην είναι επαρκή για την επόμενη χρονιά και να παρουσιάζονται ταυτόχρονα υψηλότερα επίπεδα μαγνησίου (Mg) και ασβεστίου (Ca).

Η θερμοκρασία είναι από τους σημαντικότερους παράγοντες ρύθμισης της καρποφορίας της ελιάς.

Οι σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα είναι απαραίτητες για την καρποφορία της ελιάς, γιατί ευνοούν τον σχηματισμό ανθοφόρων οφθαλμών και την έξοδο αυτών από τον λήθαργο.

Οι ευνοϊκές θερμοκρασίες για τον σχηματισμό ανθοφόρων οφθαλμών το φθινόπωρο/χειμώνα είναι 10ο-13οC ή και λίγο χαμηλότερες. Η ανώτατη θερμοκρασία για τον σχηματισμό τους είναι 16οC.

Οι οφθαλμοί σε λήθαργο αντέχουν χαμηλές θερμοκρασίες μέχρι -6 ή-7οC, όταν όμως βγούν από τον λήθαργο, καταστρέφονται σε θερμοκρασία -2ο έως -4οC ή και ακόμη υψηλότερες. Επομένως, θερμοκρασίες κάτω των-7οC τον χειμώνα ή κάτω των -2οC στις αρχές άνοιξης μπορεί να ζημιώσουν τους οφθαλμούς και να οδηγήσουν σε μερική ή ολική ακαρπία.

Την άνοιξη οι ευνοïκότερες θερμοκρασίες είναι 22ο-25οC, γιατί ευνοούν τη βλάστηση της γύρης και επηρεάζουν θετικά τη γονιμοποίηση και την καρπόδεση. Θερμοκρασίες κάτω από 15 οC ή πάνω από 30/32οC μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην καρπόδεση και μείωση της καρποφορίας.

Η έλλειψη εδαφικής υγρασίας τον χειμώνα-αρχές άνοιξης μπορεί να προκαλέσει μείωση της ετήσιας βλάστησης μειωμένη ανθοφορία και καρποφορία. Η ξηρασία σε συνδυασμό με θερμούς-ξηρούς ανέμους την άνοιξη και το καλοκαίρι μπορεί να προκαλέσει μείωση της παραγωγής, που οδηγεί στην παρενιαυτοφορία.

Γενικά η έλλειψη νερού στο έδαφος κατά τη διάρκεια του χρόνου μπορεί να προκαλέσει προβλήματα φυλλόπτωσης, καρπόπτωσης και μείωσης της βλάστησης, με αποτελέσμα την ακαρπία/παρενιαυτοφορία.

Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που η παρενιαυτοφορία εμφανίζεται έντονα στους ξηρικούς ελαιώνες.

Η παρενιαυτοφορία στην ελιά παρατηρείται σε όλες τις ποικιλίες.

Κάθε ποικιλία, όμως, έχει διαφορετικό βαθμό εκδήλωσής της όπως για παράδειγμα η Κορωνέϊκη από τις ελληνικές ποικιλίες εμφανίζει μικρότερο βαθμό.

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΕΝΙΑΥΤΟΦΟΡΙΑΣ

1) Διατήρηση του βέλτιστου επιπέδου της θρεπτικής κατάστασης των δένδρων. Αυτό επιτυγχάνεται μόνο με τη χρήση της φυλλοδιαγνωστικής και της ανάλυσης του εδάφους ώστε να χορηγούνται οι κατάλληλες ποσότητες λιπασμάτων.

Να αποφεύγεται η υπερβολική λίπανση αζώτου τη χρονιά της μεγάλης καρποφορίας, γιατί μπορεί να προκαλέσει υπερβολική καρπόδεση που οδηγεί στην παρενιαυτοφορία.

Οι διαφυλλικοί ψεκασμοί την άνοιξη-αρχές καλοκαιριού, που συνηθίζονται τα τελευταία χρόνια, θα πρέπει να γίνονται μόνο όταν χρειάζονται (περιπτώσεις μικρής περιεκτικότητας θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα) και να αποφεύγονται σε χρονιές υπερβολικής ανθοφορίας, γιατί μπορεί να οδηγήσουν σε υπερβολική καρπόδεση.

2) Η πρώιμη συλλογή των καρπών αυξάνει το μήκος της φθινοπωρινής βλάστησης, τον αριθμό των ανθοφόρων οφθαλμών και την επόμενη ανθοφορία/καρποφορία. Γενικά να αποφεύγεται η καθυστερημένη συλλογή, γιατί μειώνει την επόμενη ανθοφορία.

3) Το Κλάδεμα. Η ελιά αντιδρά θετικά στο κλάδεμα αν γίνει σωστά και ανάλογα με τις ειδικές απαιτήσεις του ελαιώνα. Είναι η τεχνική που ρυθμίζει τη βλάστηση, την καρποφορία και το βαθμό της παρενιαυτοφορίας.

Το κλάδεμα θα πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο ανάλογα με την αναμενόμενη καρποφορία και να αποφεύγονται τα πολύ αυστηρά κλαδέματα που μειώνουν την καρποφόρα βλάστηση και την παραγωγή των δένδρων.

Συμπερασματικά, η παραγωγή καρπών στην ελιά στηρίζεται στη βλάστηση της προηγούμενης χρονιάς και επομένως επιδίωξή μας θα πρέπει να είναι ο σχηματισμός κάθε χρόνο βλάστησης ικανής να διαφοροποιήσει ανθοφόρους οφθαλμούς που θα δώσουν άνθη και καρπούς την επόμενη χρονιά.

ΑΛΕΞΙΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΕ ΓΕΩΠΟΝΟΣ


About the Author



Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to Top ↑