ΙΣΤΟΡΙΑ

Published on March 25th, 2024 | by paggaiorama

0

Σήμερα ας θυμηθούμε τον Νικοτσάρα…

ΤΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΕΤΟ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΠΡΑΒΙΟΥ;

Ο Νίκος Τσάρας (1774 – Ιούλιος 1807), γνωστότερος ως Νικοτσάρας, ήταν ένας από τους σημαντικότερους και ηρωικότερους αρματολούς του Ολύμπου.

Η ζωή και η δράση του

Γεννήθηκε το 1774 στο χωριό Γιαννωτά, στις πλαγιές του Ολύμπου. Πατέρας του ήταν ο κλέφτης κι αρματολός Πάνος Τσάρας. Σε ηλικία 18 ετών, μετά τη δολοφονία του πατέρα του, κατέφυγε μαζί με τον αδερφό του Κώστα, στη φιλική προς την οικογένειά του φατρία των Λαζαίων, και με τη βοήθειά τους έγινε αρχηγός του αρματολικιού στο Βλαχολίβαδο, οπότε και διακρίθηκε για τη φιλοτιμία του, την αφιλοχρηματία του και τα σωματικά του χαρίσματα. Απέδειξε ότι είχε ηγετικά προσόντα όταν βρέθηκε στη δίνη της βεντέτας της οικογένειάς του με τον κλεφτοκαπετάνιο Βλαχοθόδωρο, και όταν ξεσήκωσε την περιοχή του Ολύμπου κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου το 1792, εναντίον των πασάδων της Μακεδονίας.

Ο ιστορικός Κασομούλης αναφέρει ότι ο Νικοτσάρας είχε επαφές με τον Έλληνα ναύαρχο του ρωσικού ναυτικού, Λάμπρο Κατσώνη, για παράλληλα χτυπήματα από στεριά και θάλασσα στην ευρύτερη περιοχή του Ολύμπου και της Μακεδονίας. Όταν οι Ρώσοι με τους Οθωμανούς έκλεισαν ειρήνη, ο Αλή Πασάς κατεδίωξε τους κλέφτες που συνεργάστηκαν με τους πρώτους. Έτσι, ο Νικοτσάρας με τους συνεργάτες του, τους Λαζαίους, τον Βέργο και τον Χαρίση, κατέφυγε στις Σποράδες και έκανε πειρατικές επιδρομές στα παράλια για να αποδυναμώσει τον Αλή Πασά, που πολεμούσε ήδη σε άλλο μέτωπο. Εκείνη την περίοδο ο πασάς του ΒιδινίουΟσμάν Πασβάνογλου, παλαιός συνεργάτης του Ρήγα Φεραίου, είχε αποστατήσει από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αναγκάζοντας πολλούς πασάδες της ηπειρωτικής Ελλάδας να στείλουν δυνάμεις για να τον υποτάξουν. Ο Νικοτσάρας παρέμεινε πειρατής μέχρι το 1801, οπότε και ο Αλή Πασάς τού ξαναπαρέδωσε το αρματολίκι στο Βλαχολίβαδο, αλλά οι σχέσεις τους οδηγήθηκαν πάλι σε ρήξη και ο φημισμένος πλέον κλέφτης άνοιξε ξανά πόλεμο στον πασά.

Το 1804 έλαβε μέρος στη Σερβική Επανάσταση με δύναμη 550 ανδρών. Το 1804 δολοφόνησε έναν αξιωματούχο του Αλή Πασά και ξεκίνησε πάλι να παρενοχλεί τους κοτζαμπάσηδες και τους Οθωμανούς του Ολύμπου. Όταν όλη η περιοχή, Έλληνες κλέφτες, πρώην εχθροί του πατέρα του, μαζί με τους Οθωμανούς και τους κοτζαμπάσηδες, εναντιώθηκε στον Νικοτσάρα και τον επικήρυξαν, εκείνος κατέφυγε στην Ύδρα, όπου ο Λάζαρος Κουντουριώτης τού απένειμε την υπηκοότητα της νεοϊδρυθείσας Επτανήσου Πολιτείας.

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΠΡΑΒΙΟΥ

Τον Ιούνιο του 1807, και ενώ είχε ξεσπάσει ο νέος Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1806-1812), ο Ρώσος ναύαρχος Ντμίτρι Σενιάβιν τον κάλεσε στην Τένεδο και του πρότεινε συνεργασία κατά των Οθωμανών. Νίκησε τους Οθωμανούς στο (Άνω) Νευροκόπι και το Μελένικο της βορειοανατολικής Μακεδονίας, στη συνέχεια όμως αναγκάσθηκε σε υποχώρηση, κοντά στο Πράβι (ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΠΟΛΗ) του Παγγαίου, όταν κινήθηκε εναντίον του ο Ισμαήλ Μπέης, πασάς των Σερρών, με 8.000 στρατιώτες.

Ο Νικοτσάρας διέθετε 400 περίπου Έλληνες από τον Όλυμπο και μερικούς που στρατολόγησε στις περιοχές κοντά στο Στρυμόνα, ενώ μαζί του είχαν συνταχθεί και 120 εμπειροπόλεμοι Αλβανοί.

Ο Ισμαήλ Μπέης τους πολιορκούσε για 3 μέρες, ώσπου παραδόθηκαν οι 120 Αλβανοί πολεμιστές του Νικοτσάρα. Εκείνο το βράδυ αποφάσισε ο “Αετός του Ολύμπου”, όπως τον ανέφερε ενίοτε ο Νικόλαος Κασομούλης, να επιχειρήσει έξοδο από το στρατόπεδό του μέσα από τις γραμμές των Οθωμανών. Η έξοδος ήταν επιτυχής αλλά με τρομερές απώλειες, καθώς απέμειναν μόνο 60 Έλληνες μαχητές. Αυτοί οι λίγοι που απέμειναν πέρασαν στο Άγιο Όρος, μετά στη Σκιάθο και έπειτα στον Όλυμπο.

Η δράση του Νικοτσάρα συνεχίστηκε, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα. Έγινε υπαρχηγός στον πειρατικό στόλο του Γιάννη Σταθά και πέτυχε καίρια πλήγματα κατά του τουρκικού στόλου στη Μακεδονία και την Εύβοια. Η μοίρα του δεν ήθελε να πάρει μέρος στον Απελευθερωτικό Αγώνα του 1821, καθώς τραυματίστηκε θανάσιμα από πυροβολισμό Οθωμανών στην παραλία κοντά στο Λιτόχωρο, τον Ιούλιο του 1807[1], λίγο μετά τη νίκη του επί ισχυρής δύναμης Τουρκαλβανών στις ακτές της κωμόπολης. Ο Νικοτσάρας πέθανε στο καράβι του και ενταφιάστηκε στη Σκιάθο[1], κοντά στη Μονή της Ευαγγελίστριας, όπου υπάρχει και το λεγόμενο «ρέμα του Νικοτσάρα»[2]. Το όνομά του δόθηκε σε χωριό της Δράμας, με 309 κατοίκους (απογραφή 2001), το πρών Εσκή Κιόι[3].


About the Author



Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to Top ↑