Αφιέρωμα στα Τενάγη των Φιλίππων (Β’ μέρος)
ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ Δ. ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ
ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΨΗΦΙΔΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΤΩΝ ΤΕΝΑΓΩΝ ΤΩΝ ΦΙΛΙΠΠΩΝ, ΕΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΞΗΡΑΝΣΗ ΤΟΥΣ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1930.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Έρχομαι, στη συνέχεια, στις περιγραφές των τεναγών ή σε αναφορές σ’ αυτά, που έγιναν, ήδη από τον 18ο αιώνα, από περιηγητές, στρατιωτικούς κλπ.
Το έτος 1913, εκδόθηκε στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας, από το NICOLAS IORGA, το σύγγραμμα με τίτλο “Chronique de l’expédition des Turcs en Morée 1715, attribuée à Constantin Dioikétès”, (δηλαδή, “Χρονικό της εκστρατείας των Τούρκων στο Μωριά, το 1715, αποδιδόμενο στον Κωνσταντίνο Διοικητή”).
Σ’ αυτό, ανάμεσα στα πλείστα, ενδιαφέροντα, ιστορικά στοιχεία, διαβάζουμε και τα εξής, όπως τα αφηγήθηκε ο προαναφερθείς Ρουμάνος στρατιωτικός, ο οποίος, επικεφαλής σώματος Βλάχων, κατευθυνόταν προς την Πελοπόννησο, προκειμένου να βοηθήσει τους Τούρκους, στους αγώνες τους κατά των Ενετών:
«Μετά ο δρόμος (εννοεί, προφανώς, που ανεβαίνει από την Καβάλα), αρχίζει να γίνεται πιο μεγάλος κι ανάμεσα στα βουνά που τον περιβάλλουν, όπως και στα μισά του δρόμου, υπάρχουν άδενδρα μέρη, συστηματικοί αμπελώνες και κήποι, πανέμορφες τοποθεσίες, μέχρι το Μπερεκετλή (Δάττο), όπου βρίσκονται ωραίες πηγές, το νερό των οποίων πηγάζει από το βουνό, καθώς και πολυάριθμα χωριά.
Την 23η Απριλίου, ημέρα του Αγίου Γεωργίου, φεύγοντας από το Μπερεκετλή, φθάσαμε στο Τορκούλ – καϊνάρντ-σασί, (Πόρτες Νικήσιανης), μετά από πορεία τριών ωρών….. « Ακολούθως, ο συγγραφέας του κειμένου, αφού περιγράφει το Πράβι, (σημερινή Ελευθερούπολη), μας λέει τα εξής:
«Από εδώ και πέρα, στους πρόποδες του βουνού υπάρχει καλός δρόμος. Καλά και ωραία ύδατα πηγάζουν από το βουνό και στη συνέχεια σχηματίζουν πιο κάτω, μέσα στους τυρφώνες, λασπερά έλη. Προτού φθάσουμε σ’ αυτές τις πηγές, ανάμεσα στα ψηλά βουνά, κοντά σ΄ ένα ύψωμα στα δεξιά μας, υπάρχει ένας «κετσές», ένα πέρασμα.
Ο δρόμος είναι πολύ δύσκολος, στενός:
Ανεβαίνει και κατεβαίνει. Στο κατέβασμα, χαμηλά, βλέπουμε καρυδιές, δένδρα, πηγάδια, χωριά. Όμορφα μέρη. Στη συνέχεια, η πεδιάδα πλαταίνει, οι πηγές που αναφέραμε σχηματίζουν έλη και ο δρόμος συνεχίζει, στους πρόποδες του βουνού μέχρι το Τορκούλ -Καϊνάρντ-τσασί, (εννοεί τις Πόρτες, τα νερά μετά τη Νικήσιανη), το οποίο είναι μια μεγάλη πηγή, που πηγάζει από το βουνό, πάνω στο οποίο βρίσκεται η μονή της Παρθένου, «της Αχειροποιήτου» (στα ελληνικά, στο κείμενο).
Στην Επιθεώρηση των Ναπολεοντείων Μελετών, του έτους 1918, δημοσιεύθηκε το οδοιπορικό του J. J. TROMELIN, με τίτλο «Itinéraire d’ un voyage fait dans la Turquie d’ Europe, d’après les ordres de Son Excellence le général en chef Marmont, duc de Raguse», (δηλαδή, «οδοιπορικό ενός ταξιδιού, που έγινε στην Ευρωπαϊκή Τουρκία, σύμφωνα με τις διαταγές του Αρχιστράτηγου Marmont, δούκα της Ραγκούζας).
Ο Tromelin ήταν Γάλλος στρατιωτικός, ευρισκόμενος στην υπηρεσία του Ναπολέοντα, ο οποίος περιόδευσε σ’ όλη την Ευρωπαϊκή Τουρκία το έτος 1807, καταγράφοντας κυρίως τα στρατιωτικά έργα, τις οχυρές θέσεις, τις στρατιωτικές δυνάμεις και το οδικό δίκτυο των χωρών της βαλκανικής χερσονήσου, που ήταν υποταγμένες στο Σουλτάνο.
Ο Tromelin μας αναφέρει, λοιπόν, στο κεφάλαιο, με τίτλο «Οδός από την Πράουστα στις Σέρρες, 14 ώρες», τα εξής: «Αφήνοντας την Πράουστα, για να πάει κανείς στις Σέρρες, πρέπει ν’ ακολουθήσει τους πρόποδες των βουνών που περιβάλλουν την πεδιάδα των Φιλίππων από τα δυτικά.
Το έδαφος στα δεξιά της οδού είναι τόσο ελώδες, ώστε δεν αφήνει παρά ένα στενό πέρασμα ανάμεσα σ’ αυτό και στα βουνά προς τ’ αριστερά.
Δεν μπορεί κανείς να διασχίσει αυτή την πεδιάδα, παρά μόνο απέναντι από την Πράουστα ή ακόμη καλύτερα από τα νότια, για να φθάσει στα ερείπια των Φιλίππων, που τα διακρίνει κανείς στους πρόποδες των βουνών προς τα ανατολικά, ή στη Δράμα, οκτώ ώρες στα βορειοανατολικά της πεδιάδας.
Αυτά τα έλη σχηματίζονται από τα νερά που τρέχουν από τα βουνά και από ενεργές πηγές, πολύ πλούσιες, που πηγάζουν από τον βράχο, ακριβώς πάνω στην οδό.
Ένα μέρος, εν τούτοις, αυτών των νερών φεύγει, μέσω ενός χειμάρρου, που χύνεται στα βόρεια στον αρχαίο Στρυμόνα, ο οποίος ονομάζεται Καρά σού και ποτάμι της Δράμας από τους Τούρκους.
Περίπου μισή λεύγα από την Πράουστα, οι πηγές που αναβλύζουν από τους πρόποδες των βουνών σχηματίζουν εκεί ένα έλος τόσο βαθύ, που σε υποχρεώνει ν’ αφήσεις την πεδιάδα και να εισέλθεις σε μια άλλη κοιλάδα, περισσότερο υπερυψωμένη.
Σ΄’ αυτήν εισέρχεται κανείς, ανεβαίνοντας μια λιθόστρωτη οδό, 15-16 πόδια πλατιά. Στην έξοδο του αυχένα που οδηγεί εκεί, υπάρχει ένα στενό πέρασμα που περικλείεται από βουνά, το οποίο είναι εύκολο να οχυρωθεί (να το υπερασπιστεί κανείς).
Αφού κατεβεί κανείς σ’ αυτό το φαράγγι, βλέπει στ’ αριστερά του δρόμου το τουρκικό χωριό Ντρανίτς (Σημείωση μεταφραστή: σημ. Αντιφίλιπποι) και λίγο πιο μακριά το «Παλουόρ» (Σημείωση μεταφραστή: σημ. Παλαιοχώρι), που κατοικείται από Έλληνες.
Αυτό το μικρό φαράγγι είναι εύφορο και πολύ δασωμένο.
Στη συνέχεια, επιστρέφει κανείς για κάποιο διάστημα στην πεδιάδα, συνεχίζει να βαδίζει κατά μήκος μιας αρκετά καλής οδού, (παρόλο που σ’ αυτήν, μεγάλα χαλίκια, που μεταφέρονται από νερά, δημιουργούν εμπόδια) μέχρις ότου φθάνει σ’ ένα ακόμη στενό.
Αυτό το στενό πέρασμα είναι χωμένο (περιορισμένο) ανάμεσα στα βουνά από τα αριστερά κι ένα αδιαπέραστο έλος από τα δεξιά.
Οι Τούρκοι, γι’ αυτό το λόγο, του έδωσαν το όνομα Πόρτες, (Σημ. μεταφραστή: Στο κείμενο αναφέρεται η ελληνική λέξη): Αυτές βρίσκονται στο βόρειο άκρο της πεδιάδας των Φιλίππων».
Το έτος 1851 εκδόθηκε, από τον Βασίλειο Νικολαϊδη, η «Στρατιωτική Γεωγραφία της Ευρωπαϊκής Τουρκίας και ιδίως των Ομόρων της Ελλάδος Επαρχιών, ήτοι Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Ηπείρου και Αλβανίας».
Στο σύγγραμμα αυτό, ο Νικολαϊδης, στο κεφάλαιο με τίτλο «πεδιὰς Δράμας και Φιλίππων», αναφέρει ότι «η πεδιὰς της Δράμας είναι μία των καρποφορωτάτων και πλουσιωτάτων της μεγάλης Ελλάδος, παράγουσα αφθονωτάτους δημητριακοὺς καρπούς, ορύζια, οίνον, σίσαμον, βάμβακας, καπνοὺς κτλ., παρὰ δε τοις Οθωμανοίς υπάρχει ρητόν, «Δράμα οβασί, αλτὶν οβασί», ήτοι η πεδιὰς της Δράμας είναι πεδιὰς χρυσίου.
Ποτιζομένη υπὸ διαφόρων υδάτων πηγαζόντων εκ του όρους Μπὸζ-Δαγ και κειμένη μεταξὺ υψηλών και μεγάλων ορέων, η πεδιὰς αύτη παχύνεται καθεκάστην, αντὶ να στερηθή των συστατικών αυτής γόνων. Έχει μήκος μεν απ᾽ άρκτου προς μεσημβρίαν 6 ωρών περίπου και πλάτος 3-4 απ᾽ ανατολών προς δυσμάς.
Περιβαλλομένη πανταχόθεν υπὸ ορέων, λοφοσειρών και ελών, δεν παρέχει άλλην δίοδον ειμὴ προς μεν άρκτον, δια των στενωπών του Αγγίστα και της Δράμας, προς δε νότον δια των της Πραύης και των Φιλίππων…..
Εις 3ωρον απὸ Δράμας η οδὸς συναντά πηγὴν αφθόνου και διαυγεστάτου ύδατος, ο αύλαξ του οποίου ζευγνύεται δι᾽ ενὸς ισχυρού μονομερούς ογκομαρμάρου και παράκειται υδρόμυλος. Εκτὸς της πηγής ταύτης, υπάρχουσι προς ανατολὰς και άλλαι πηγαὶ επίσης εξαιρέτου ύδατος, και είναι σχεδὸν βέβαιον ότι κατὰ τας πηγὰς ταύτας κατεψύγη ο στρατὸς του Βρούτου και Κασσίου, αφού δι᾽ ολόκληρον ημέραν έμεινεν άνυδρος.
Εις 4ωρον απὸ Δράμας η οδὸς ακολουθούσα ομαλώτατον πεδίον, και έχουσα προς μεν δεξιὰν τα έλη Φιλίππων, προς δε αριστερὰ τας τελευταίας υπωρείας του όρους Μπὸζ-δαγ, φθάνει εις τα ερείπια Φιλίππων, ένθα στενεύει ολίγον και καθίσταται οχληρὰ, αφού προσκολληθή επὶ του ορεινού μέρους.
Η οδὸς εξελθούσα της θέσεως Δικελὶ-Τάσ, ένθα υπάρχει παντοπωλείον, καφενείον, αποθήκη και υδρόμυλος μετὰ πολλού και αξιολόγου ύδατος, διευθύνεται προς ανατολάς, τείνουσα προς το Σύμβολον όρος, το οποίον καλείται ούτω, διότι ενώνει το Παγγαίον όρος μετὰ των τελευταίων κλάδων της Ροδόπης.
Δεξιὰ της οδού κείται η λίμνη Φιλίππων, γέμουσα απὸ καλάμους και πέραν αυτής η πόλις Πράβη, (Πράβιστα), ήτις νέμεται την μεταξὺ αυτής, της λίμνης και του Συμβόλου πεδιάδα, καλουμένην Μπερεκετλὶ-οβασί, (πλουσιοπάροχον πεδιάδα), περιβαλλομένην υπὸ πολλών καὶ πλουσίων χωρίων».

Τον Μάιο του 1834, δύο Χριστιανοί (προτεστάντες) ιεραπόστολοι, ονόματι Dwifht και Schauffler, περιηγήθηκαν την Μακεδονία και την Θράκη και τις ταξιδιωτικές και πνευματικές περιπλανήσεις τους δημοσίευσαν το 1836, στον 32ο τόμο της ετήσιας έκδοσης με τίτλο «THE MISSIONARY HERALD: CONTAlNING THE PROCEEDINGS AT LARGE OF THE AMERICAN BOARD OF COMMISSIONERS FOR FOREIGN MISSIONS WITH A GENERAL VIEW OF OTHER BENEVOLENT OPERATIONS».
Στο έργο τους εκείνο, αναφέρουν ότι «σύμφωνα με τον επίσκοπο της Πράβιστας και άλλους Έλληνες που γνωρίσαμε εκεί, μεγάλο μέρος από τα ερείπια (της πόλης των Φιλίππων) καλύπτονται σήμερα από λιμνάζοντα ύδατα και μπορεί κανείς να τα δει στον πυθμένα των υδάτων αυτών, αλλά αυτό το τμήμα της πόλης βρισκόταν πολύ μακριά από την περιοχή που θα επισκεπτόμασταν εμείς.
Στην πραγματικότητα, θ’ απαιτούνταν μέρες, όχι ώρες, για να εξερευνήσουμε μια τοποθεσία σαν κι αυτήν».
Στα τεύχη της 12ης και της 16ης Μαρτίου 1903, της γαλλόφωνης εφημερίδας της ισραηλιτικής κοινότητας Θεσσαλονίκης «JOURNAL DE SALONIQUE»), ο Ολλανδός δημοσιογράφος MAURITZ WAGENVOORT έγραψε τα εξής ενδιαφέροντα άρθρα, υπό τον κοινό τίτλο «στα ερείπια των Φιλίππων»:
Στις 12-3-1903 ανέφερε: «Η πόλη των Φιλίππων, όπως υποδηλώνει και το όνομά της, ιδρύθηκε γύρω στο 350 π.Χ., από τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και είχε στιγμές δόξας.
Δεν είναι γνωστό, πότε η πόλη έπεσε σε ερείπια. Οι κάτοικοι πρέπει να την εγκατέλειψαν, όταν καθαρίστηκαν τα έλη.
Ακόμη και σήμερα, μπορείτε να δείτε τα ρέματα που εκβάλλουν στους πρόποδες της αρχαίας πόλης.
Στο παρελθόν, τα ρέματα αυτά πρέπει να ήταν πολύ μεγάλα και να κατέληγαν στη θάλασσα ,χάρη σε κολοσσιαία, τεχνικά έργα, όπως μόνο οι Ρωμαίοι ήξεραν να κατασκευάζουν.
Μόνο οι Ρωμαίοι ήξεραν να χτίζουν.
Αργότερα, όταν η πόλη περιήλθε στα χέρια των Βυζαντινών, οι Βυζαντινοί, από απροσεξία ή για κάποιο άλλο λόγο, άφησαν τις αποχετεύσεις να υποβαθμιστούν και δεν μπόρεσαν να τις ξαναφτιάξουν.
Δημιουργήθηκαν βάλτοι, που βρωμούσαν τον αέρα. Η θνησιμότητα ήταν υψηλή.
Οι κάτοικοι πανικοβλήθηκαν και εγκατέλειψαν την πόλη. Σε κάθε περίπτωση, η πόλη δεν είχε πλέον κανένα ενδιαφέρον ή έλξη. Είχε έρθει η ώρα να πέσει σε παρακμή, και αυτό επιτάχυνε την αναχώρηση των κατοίκων προς τη Νεάπολη (Cavalla) και αλλού».
Στις 16-3-1903, ο ίδιος δημοσιογράφος έγραψε, στην ίδια εφημερίδα:
«Οι ταξιδιώτες που κινούνται από την Δράμα προς την Καβάλα ή αντίστροφα, μένουν έκθαμβοι, όταν βλέπουν, στο μέσον της διαδρομής, σαν συνέχεια της πύλης του πανδοχείου, που χρησιμεύει για την ανάπαυση των ταξιδιωτών, (σημ. μεταφραστή:
Ο περιηγητής αναφέρεται στο χάνι, τα ερείπια του οποίου φαίνονται σήμερα δίπλα στην προϊστορική τούμπα του Ντικιλί τας), έναν πελώριο, τετράγωνο μονόλιθο, λίγο λεπτότερο στη βάση, σε σύγκριση με το επάνω άκρο του.
Τι είναι αυτός ο μονόλιθος;
Πιστεύεται ότι πρόκειται για ταφικό μνημείο, πλην όμως, οι ανασκαφές που διενεργήθηκαν επί τόπου, δεν έφεραν τίποτε στο φως. (Ίσως, βέβαια, αυτές οι ανασκαφές να μην έγιναν σε αρκετό βάθος).
Άλλοι υποθέτουν πως ο μονόλιθος μπορεί να ήταν η βάση του αγάλματος ενός αλόγου.
Η πρώτη υπόθεση φαίνεται πιο ακριβής (αξιόπιστη), όπως θα δούμε πιο κάτω.
Οι επιγραφές που φέρει πάνω του ο μέγας αυτός λίθος έχουν σβηστεί κι ο λόγος είναι ο ακόλουθος:
Ο μύθος ήθελε, η σκόνη από αυτό τον λίθο να κάνει καλό στις στείρες γυναίκες.
Αυτές οι τελευταίες, μια συγκεκριμένη στιγμή του έτους, έρχονταν στους Φιλίππους, έξυναν το μονόλιθο κι έπαιρναν απ’ αυτόν λίγη σκόνη.
Οι στείρες γυναίκες, που κατέφευγαν σ’ αυτό το επινόημα (τέχνασμα), πρέπει να ήταν πολυάριθμες, γιατί η ποσότητα των κομματιών που έχουν αφαιρεθεί από τον λίθο είναι αρκετά σημαντική.
Σήμερα, εκείνος ο μύθος έδωσε την θέση του σ’ έναν άλλο:
Η σκόνη του μονολίθου θεωρούνταν αποτελεσματική ενάντια στην ελονοσία. Αυτή η τελευταία ενδημούσε μόνιμα στην περιοχή και αντιλαμβάνεται κανείς, με πόση ένταση πρέπει να γίνονταν τα ξυσίματα του λίθου».
Στο τεύχος της 24ης Σεπτεμβρίου του 1909 έτους, της αναφερθείσας ήδη, γαλλόφωνης εφημερίδας της Θεσσαλονίκης «JOURNAL DE SALONIQUE», υπήρχε η εξής ανακοίνωση:
«Οι κύριοι Ναρίφ και Δημητράκης Αφτουνίδης (μήπως Αφθονίδης;), δικηγόροι, πρότειναν στις (οθωμανικές) Αρχές της Δράμας τον μετασχηματισμό (αξιοποίηση) των θερμών λουτρών της περιοχής «Maggar», που βρίσκονται σε απόσταση δύο ωρών από την Δράμα, πάνω στον δρόμο προς Καβάλλα.
Οι πιο πάνω επιχειρηματίες δεσμεύονται να επισκευάσουν τους δρόμους, να κατασκευάσουν ξενοδοχεία και ν’ αυξήσουν την ποσότητα των νερών.
Παραχωρούν, επίσης, υπέρ του οθωμανικού στόλου το 10% και υπέρ της Σχολής Τεχνών και Επαγγελμάτων το 5% των καθαρών εσόδων της επιχείρησης.
Όλες οι κατασκευές θα περιέλθουν στην κυριότητα του Κράτους, όταν συμπληρωθεί η τριακονταετής διάρκεια της σχετικής σύμβασης.
Όποιοι θα ήθελαν να κάνουν καλύτερες προσφορές, παρακαλούνται ν’ απευθυνθούν στις Αρχές της Δράμας».
Το έτος 1901, ο Τρύφων Ευαγγελίδης, στο σύγγραμμά του, με τίτλο ΝΕΑ ΕΛΛΑΣ, ήτοι, ιστορική, γεωγραφική, τοπογραφική και αρχαιολογική περιγραφή των νέων ελληνικών χωρών: Ηπείρου, Θεσσαλίας, Μακεδονίας κλπ.», περιγράφει ως εξής την μετάβασή του, από την Δράμα προς την Καβάλα:
«Διαβαίνομεν ευλαβώς τον παραρρέοντα ρύακα, τον ονομασθέντα δικαίως υπό των περιηγητών μικρόν Ιορδάνην, διότι εν αυτώ εβαπτίσθη υπό του Αποστόλου Παύλου η πρώτη εν Ευρώπη χριστιανή, η ενάρετος και ευσεβής Λυδία, η πορφυροπόλις….
Τινές τον ποταμίσκον τούτον εκλαμβάνουσιν ως τον Ζυγάκτην, ονομασθέντα ούτω, διότι κατά την διάδοσιν, αυτού εθραύσθη ο άξων της αμάξης του Πλούτωνος απάγοντος την ωραίαν Περσεφόνην, συλλέγουσαν άνθη ανά το ανθοβριθές και τερπνόν τοπίον, το κάτωθεν και προς δυσμάς των Φιλίππων εκτεινόμενον (Αππιανού, εμφυλίων πολέμων, βιβλίον Δ’, 105, 128)…..
Εκ Φιλίππων, προχωρούντες δια μέσου καταφύτων και τεναγωδών εκτάσεων, της αμαξιτού διερχομένης επί γεφυρών ποταμίων, συναντώμεν ερείπια νεκρουπόλεως αρχαίας και περαιτέρω, μετά ¼ εις Δικελή (=τρύπιος λίθος) παρά τινι ξενοδόχω βλέπομεν το μνημείον του G. Vibius, ανατολικώς το τουρκικόν χωρίον Μπερεκετλή (=εύφορον ή μυριόφυτον) και το επίσης τουρκικόν Μπατεμλή (=αμυγδαλόεν).
Μια ακόμη, γλαφυρή περιγραφή του κάμπου και των ελών των Φιλίππων έχουμε, από τον Θ. Αθανασιάδη, σε δημοσίευμά του στο «Ημερολόγιον Δράμας», που εκδόθηκε το έτος 1930, (πριν την αποξήρανση του έλους), της οποίας διατηρήσαμε την αρχική σύνταξη κι ορθογραφία:
«Ο κάμπος των Φιλίππων προς τα γύρω και πέρα βαθύτερα δυτικά ο κάμπος της Δράμας: Απέναντί του το Παγγαίον, με την ιστορία των χρυσορυχείων του.
Οι ηφαιστειοειδείς υψηλοί λόφοι του Πραβίου, (ενν. την σημερινή Ελευθερούπολη), το Σύμβολον όρος με την οροσειρά του λόφου που βρίσκομαι. Πέρα βόρεια ο Όρβηλος, δυτικά το Μενοίκιον όρος, πιο κάτω η Αλιστράτη με τα υψώματά της, που σταματούν το μάτι και κάτω από αυτά μια έκταση απέραντη προς την Αγγίστα.
Στον κάμπο κάτω, εμπρός, ο μικρός Ιορδάνης, που ξετυλίγεται μέσα στα χωράφια, με τα διάφορα σχήματά των, σαν γαλάζια λωρίδα, παρέκει άλλα νερά και παραπέρα, προς τη Στημένη Πέτρα (Δεκιλή Τας), με τες καταπράσινες ακόμα λεύκες της, άλλα προς τα Πραβινά και άλλα που σχηματίζουν βάλτους και σκεπάζουν τόσο χρήσιμη γη, μα και πόσα ιστορικά μνημεία δεν κρύβουν και δεν παραχώνουν βαθύτερα!
Νερά, πηγές, με βίο κι αυτά τόσων αιώνων! Θαυμάζω τη φυσική αυτή μεγαλοπρέπεια και δεν χορταίνει το μάτι μου βλέποντας. Κυριαρχεί μια απερίγραπτη ευχαρίστησι, απ’ τη θέα αυτή.
Ή φθινοπωριάτικη πρασινάδα, τα λουλούδια, οι καλαμιές, τα τόσα υδροχαρή φυτά παρουσιάζουν τον κάμπο αυτό σαν πλουμισμένο τάπητα με τέχνη αφάνταστη, που κανένας άλλος απ’ τον Μεγάλο αυτό τεχνίτη, τη Φύσι, δεν θα μπορούσε, όχι να τον κάνη, αλλά και να τον φαντασθή. Χρειάζεται κάλαμος γερός, για να μπόρεση να δώση στο χαρτί, με λέξεις, μια τέτοια εικόνα που είναι μπροστά μου.
Γι’ αυτό, καταλαβαίνοντας την αδυναμία του καλάμου μου, φέρω μόνο στο νου μου με γρηγοράδα το παρελθόν αυτού του τόπου, απ’ την κορυφή του λόφου που περήφανα υψώνεται σε τέτοιες και τόσες ωμορφιές και φαίνεται σαν κύριος και δεσπότης όλων… Είχαν δίκαιο οι ευφάνταστοι πρόγονοί μας στην αρχαιότητα, στη μυθο¬λογία, να πουν πως εδώ έγινε ή αρπαγή της Περσεφόνης απ’ τον Πλούτωνα.
Και πού αλλού μπορούσαν να βρουν τέτοιο συνδυασμό ευφορίας, γονιμότητας και μαγευτικής, ωμορφιάς κάμπου; Ή ωραία Κόρη, η θυγατέρα της Δήμητρας, θεάς της Γεωργίας, μαγευμένη από την ωμορφιά αυτή της πεδιάδος των Κρηνίδων (Φιλίππων), ενώ έπαιζε εδώ με τας Νύμφας και έκοβε λουλούδια από τον φυσικό αυτό ανθόκηπο, έγινε σεισμός και άνοιξε η γη και τότε βγήκε ό βασιλιάς του Άδου και των Υποχθονίων Πλούτων άρπαξε στην αγκαλιά του την ώμορφη Περσεφόνη και την έφερε στο υπόγειο βασίλειό του για γυναίκα του».
Τελευταία άφησα την διαφωνία που ανέκυψε, στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, για το αν τα τενάγη των Φιλίππων ταυτίζονται με την Πρασιάδα λίμνη, την οποία αναφέρει ο Ηρόδοτος, («έστιν εκ της Πρασιάδος λίμνης σύντομος κάρτα ες Μακεδονίην (Ηροδ. V, 17).
Την άποψη αυτή υποστήριξαν λόγιοι άνδρες, όπως ο γιατρός Σταύρος Μερτζίδης, που συνέγραψε ιστορικής φύσεως βιβλία για την υπό εξέταση περιοχή, (ΦΙΛΙΠΠΟΙ, ΑΙ ΧΩΡΑΙ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙ ΕΣΦΑΛΜΕΝΑΙ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ κλπ.), ο άλλοτε Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Σωφρόνιος Σταμούλης κλπ., ήδη, όμως, οι νεώτεροι ιστορικοί απορρίπτουν, στο σύνολό τους, την άποψη εκείνη, ταυτίζοντας την Πρασιάδα, είτε με την λίμνη Δοϊράνη, είτε με την Κερκινίτιδα λίμνη, (δείτε: α) κείμενο της Μαρίας Παπαγεωργίου, με τίτλο «έστιν εκ της Πρασιάδος λίμνης σύντομος κάρτα ες Μακεδονίην (Ηροδ. V, 17, β) κείμενο του Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ, με τίτλο «Η ΠΡΑΣΙΑΣ ΛΙΜΝΗ – ΕΝΘΑ Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΑΔΙΚΩΣ ΕΛΕΓΧΕΤΑΙ ΣΦΑΛΛΟΜΕΝΟΣ ΥΠΟ ΤΩΝ ΝΕΩΤΕΡΩΝ – Η ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΔΟΪΡΑΝΗΣ (Η ΠΡΑΣΙΑΣ)» 1893, γ) άλλο κείμενο του Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ, με τίτλο «Η Πρασιάς λίμνη:
Μελέτη γεωγραφική και ιστορική», δ) κείμενο του Τριαντάφυλλου Παπαζώη, με τίτλο «Το Δύσωρο όρος και η Πρασιάδα λίμνη κατά την αρχαιότητα : ιστορική και γεωγραφική έρευνα» κλπ.
Τα λιγοστά αυτά κείμενα που παρέθεσα αποτελούν ένα μικρό μόνο μέρος από τη πλούσια βιβλιογραφία, που ανά τους αιώνες αναφέρθηκε στην ευλογημένη αυτή περιοχή, αυτή στην οποία, πέρα από την πλούσια φύση της, ακόμη μεγαλύτερο πλούτο παρείχαν τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου του Παγγαίου και των βουνών της Λεκάνης, που έκαναν το «Δάτον», το αρχαίο πόλισμα που αργότερα ονομάστηκε «Κρηνίδες» κι ακόμη αργότερα «Φίλιπποι», να γίνει ονομαστό σ’ όλη την αρχαιότητα για τον τεράστιο πλούτο του, η δε έκφραση “Δάττων αγαθών” να γίνει μια παροιμιώδης έκφραση των προγόνων μας, που σήμαινε την πιο μεγάλη αφθονία και τον πιο μεγάλο πλούτο που μπορούσε κανείς να φανταστεί.
ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΩ, ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΑ ΤΕΝΑΓΗ ΤΩΝ ΦΙΛΙΠΠΩΝ, ΟΠΩΣ ΑΥΤΑ ΦΑΙΝΟΝΤΑΙ:1η έως 3η. Από τις κορυφές του Παγγαίου όρους4η έως 8η. Από το Σύμβολο όρος, νοτίως του Κοκκινοχώματος (στις φωτογραφίες αυτές, τα τενάγη φαίνονται πλημμυρισμένα).
Τέλος, στις τρεις τελευταίες φωτογραφίες βλέπετε τον «δρόμο», πλάτους δέκα (10) περίπου μέτρων, που διασχίζει τα τενάγη, ξεκινώντας από τους Φιλίππους και καταλήγοντας στο Παλαιοχώρι.
Στη συγκεκριμένα λωρίδα γης, πάνω στην οποία έχουν βρεθεί αρχαιότητες, αναφέρεται και αρχαιολογικό δελτίο της ΙΗ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Καβάλας.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΛΥΜΠΕΡΑΚΗΣ
